Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Άντρας vs Γυναίκας... ή μήπως είναι φίλοι;



Γράφει η Δήμητρα Τράκα


Κάτσε να δεις με ποιους έκανα καλύτερη παρέα όταν ήμουν μικρή...
Οι παρέες ήταν πάντα μεικτές. Αγόρια κορίτσια αλωνίζαμε τις γειτονιές και τις πλατείες, σκαρφαλώναμε στις μάντρες και το κυνηγητό και το κρυφτό πήγαινε σύννεφο, μέχρι αργά το βράδυ. Όπως και να είχε, αυτά τα ομαδικά παιχνίδια ήταν πάντα πιο συναρπαστικά από εκείνα με τις κούκλες και τα κουζινικά. Τώρα θα μου πεις αγαπητέ μου αναγνώστη "Το λες εσύ που ήσουν αγοροκόριτσο" κι εγώ με τη σειρά μου θα σου απαντήσω ότι δεν ήμουν μόνο αγοροκόριτσο. Και σχοινάκι έπαιζα με τις φίλες μου και λάστιχο, απλώς τις κούκλες και τα κουζινικά τα βαριόμουνα.  
Τέλος πάντων, επειδή την παιδική ηλικία τη διαδέχεται η εφηβική και τα ενδιαφέροντα αλλάζουν, αρχικά θα σας πω ότι ανήκω στη γενιά που και ως έφηβοι ακόμα, παίζαμε στις αλάνες, οι παρέες παρέμειναν μεικτές και πολύ γρήγορα εμφανίστηκαν δειλά τα πρώτα καρδιοχτύπια. 
Ξέρετε πιο ήταν το πιο ωραίο σε αυτές τις περιπτώσεις του πρώτου έρωτα; Ότι ήταν πολύ σπάνιες οι περιπτώσεις που ο έρωτας γεννιόταν μέσα από την παρέα. Συνήθως ένα καινούργιο πρόσωπο μας κέντριζε το ενδιαφέρον. Ο φίλος και η φίλη ή ο συμμαθητής και η συμμαθήτρια παρέμεναν το καταφύγιο της νιότης, απαλλαγμένο από ερωτικές συμπεριφορές. Ίσως αυτό μας έκανε να εκτιμήσουμε την έννοια της φιλίας και να υπολογίζουμε σε αυτήν σε κάθε έκτακτη περίσταση. 
Δεν ξέρω τι έφταιξε και μάθαμε έτσι και το διατηρήσαμε μέχρι και την ενηλικίωσή μας. Μπορεί να φταίει που αν μας έβλεπε κανείς, θα πρόσεχε ότι ήμασταν μια κοψιά όλοι μας. Ίδιο ντύσιμο και στυλ και ίδιες συμπεριφορές και ίσως αυτό να μην προκαλούσε το ενδιαφέρον του ενός για τον άλλον. Μπορεί  να φταίει που μεγαλώσαμε μαζί και βιώσαμε όλα τα στάδια μέχρι και την ενηλικίωση ταυτόχρονα παρέα. Μπορεί και να θέλαμε να διατηρήσουμε την αθωότητα της πρώτης νιότης μέχρι το τέλος. 
Πάντως, θεωρώ πως όλο αυτό, υπήρξε το υπόβαθρο για τις μετέπειτα συμπεριφορές μας. Πολλοί από εμάς παντρευτήκαμε, κάναμε οικογένειες, όμως από όσο έχω παρατηρήσει, κανένας δεν επέλεξε για σύντροφό του κάποιον από εκείνους που ήμασταν φίλοι από παιδιά. Τώρα θα μου πείτε, μπορεί απλώς να έτυχε. Μπορεί, θα συμφωνήσω. 
Θα συμφωνήσετε όμως κι εσείς μαζί μου, στο ότι αν έχεις ένα τέτοιο υπόβαθρο κι έχεις μάθει να σέβεσαι τη φιλία, ανεξαρτήτως προσώπου, τότε μπορείς να την καλλιεργήσεις και να εξακολουθείς να τη σέβεσαι για πάντα. 
Έχω να θυμηθώ πολλές φορές που έκλαψα στην αγκαλιά ενός κολλητού μου για κάποιο αγόρι που δεν με ήθελε κι άλλες τόσες που ο κολλητός μου δέχτηκε να παίξει το ρόλο ενός αντίζηλου, καθώς και το αντίστροφο. Όπως επίσης και τις εκδρομές που κοιμηθήκαμε τρία και τέσσερα άτομα μαζί σ' ένα κρεβάτι αποκαμωμένοι από τις τρέλες της ημέρας, χωρίς ποτέ να σκεφτεί κάποιος κάτι πονηρό για κάποιον. Κι άλλες τόσες που ζητήσαμε την έγκριση από κάποιον φίλο ή φίλη για κάποιο φλερτ μας, γιατί υπολογίζαμε τη γνώμη τους. 
Και τώρα πια, που οι ζωές μας πήραν το δρόμο τους, με μεγάλη χαρά ανταμώνουμε πάλι με αγκαλιές και φιλιά κι ας μας συνοδεύουν οι σύζυγοί μας, που έμαθαν ότι εμείς θα σεβόμαστε για πάντα τη φιλία μας.
Κι όλο αυτό, αν θέλουμε μπορούμε να το διατηρήσουμε σε όλες τις διαπροσωπικές μας σχέσεις νομίζω. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να απουσιάζουν ο σεβασμός και η εκτίμηση απέναντι στα δύο φύλα. Δεν μας καθοδηγούν μόνο τα αρχέγονα και ζωώδη ένστικτα, αλλά η λογική και οι ηθικοί κανόνες. Κανόνες που μόνοι μας δημιουργήσαμε οι άνθρωποι, με σκοπό την ισορροπία κατά την εξέλιξη του είδους μας, από αρχαιοτάτων χρόνων. 
Άρα λοιπόν, θα καταλάβατε όλοι σας, αγαπητοί μου αναγνώστες ότι κατά τη δική μου ταπεινή άποψη, δυο άνθρωποι, ένας άντρας και μία γυναίκα, μπορούν να είναι φίλοι και μάλιστα καρδιακοί πολλές φορές. Όλα ξεκινούν από το σεβασμό και τη σωστή γνώση περί φιλίας. Μιας φιλίας που μπορεί πολύ εύκολα να παρεξηγηθεί, αν ξεπεραστούν τα όρια και γκρεμιστούν οι βάσεις. 
Μπορεί για κάποιους, οι απόψεις μου να θεωρηθούν ανόητες και να αντιταχθούν στο όλο θέμα. Πιστέψτε με, δεν με αφορά καθόλου. Σέβομαι τη θέση τους, όπως θα έπρεπε να κάνουν κι εκείνοι για τη δική μου, όμως αυτό που έζησα κι εξακολουθώ να βιώνω με τους δικούς μου φίλους δεν μπορούν να το βεβηλώσουν, με κανέναν τρόπο. 
Κι αυτή τη θέση θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχουμε όλοι μας, υπερασπιζόμενοι τη φιλία, ασχέτως φύλου. Αρκεί ο σεβασμός προς το πρόσωπο και όλα είναι εφικτά...    

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2016

Γιατί αγαπώ τη λογοτεχνία...


Γράφει η Δήμητρα Τράκα



Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα γύρω μου υπήρχαν στοίβες από βιβλία. Άλλα στη βιβλιοθήκη, άλλα σε ράφια και συρτάρια και άλλα απλώς ακουμπισμένα κάπου στο δωμάτιό μου. 
Βιβλία κάθε είδους. Από εγκυκλοπαίδειες, βιβλία της σχολής που πήγαινε ο μπαμπάς μου, λογοτεχνικά, βιβλία μαγειρικής της και άρλεκιν της μαμάς μου και κάτι μεγάλα, βαριά, δερματόδετα ιστορικά. 
Όσο ήμουν παιδί, μου άρεσε να κάθομαι μπροστά στη μεγάλη βιβλιοθήκη, έβαζα τις κούκλες μου απέναντι κι έκανα τη δασκάλα. Μόνο για μαθήτριες τις ήθελα τις κούκλες μου, αλλιώς δεν με συγκινούσαν, προτιμούσα τα αυτοκινητάκια μου. 
Όταν μεγάλωσα λιγάκι, κάπου μετά τα πέντε μου χρόνια, που άρχισα να διαβάζω, έπιανα τα βιβλία και καθόμουν στο χαλί και προσπαθούσα να διαβάσω, συλλαβιστά στην αρχή, θέλοντας ν' ανακαλύψω τι κρύβει το καθένα μέσα του. Τα περισσότερα ήταν αδύνατον να τα καταλάβω, αφού ήταν βιβλία για μεγάλους και κάποια κάπως εξειδικευμένα. 
Όμως υπήρχαν και κάποια που είχαν κάτι που με μαγνήτιζαν. Ήταν εκείνα τα απλά. Γραμμένα χωρίς δύσκολες λέξεις. Εκείνα που έκρυβαν μύθους και ιστορίες και είχαν και εικόνες. Όχι τα παραμύθια. Εκείνα δεν μου άρεσαν γιατί είχαν πολύ λίγες σελίδες. Όμως κάποια άλλα πιο χοντρά και πιο βαριά, φάνταζαν στα μάτια μου πολύτιμα και σημαντικά. Και όσο τα σήκωνα στα χέρια μου, φανταζόμουν πως αυτός ο άνθρωπος που έγραψε ένα τέτοιο βιβλίο, θα πρέπει να είχε πάρα πολύ μυαλό και απίστευτες γνώσεις.
Κι όσο τα χρόνια περνούσαν και ο αριθμός των βιβλίων που μπορούσα να διαβάσω και να επεξεργαστώ μεγάλωνε, τότε γνώρισα έναν άλλο μαγικό κόσμο. Τον κόσμο της λογοτεχνίας.
Ξαφνικά, τα βιβλία της δικής μου βιβλιοθήκης μου φάνηκαν λίγα. Αφού τα διάβασα όλα, προσπάθησα να εξηγήσω στους γονείς μου, πόσο μαγικές ήταν οι λέξεις των βιβλίων και πόσο πολύ ήθελα να διαβάσω κι άλλα κι άλλα...
Κάπου στα δέκα μου χρόνια, γνώρισα τον υπέροχο κόσμο των βιβλιοπωλείων. Ως τότε, οι γονείς μου επέλεγαν εκείνα που έπρεπε να διαβάσω και μου τα αγόραζαν. Από εκείνο το σημείο όμως, οι επιλογές θα ήταν αποκλειστικά και μόνο δικές μου. 
Έτσι, βρέθηκα σε ένα μεγάλο κατάστημα ένα απόγευμα παραμονής των Χριστουγέννων, όπου γύρω μου το μόνο που υπήρχε ήταν βιβλία. Έφυγα από το χέρι της μητέρας μου κι άρχισα να περιφέρομαι. Φανταχτερά εξώφυλλα, παράξενα ονόματα, εντυπωσιακοί τίτλοι, έμοιαζαν μαγικά στα μάτια μου.
Το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν ήξερα τι να πρωτοδιαλέξω. Με πλησίασε η μητέρα μου καθώς είδε την απορία στα μάτια μου και μου είπε πως πίσω από κάθε βιβλίο, υπάρχει ένα μικρό κείμενο, που γράφει συνήθως μια μικρή περίληψη του βιβλίου και ίσως αυτό θα με βοηθήσει να διαλέξω τι θέλω.
Έπραξα όπως με συμβούλεψε η μαμά μου και γρήγορα διάλεξα μερικά βιβλία, περίπου στα δέκα. Τώρα ήταν η σειρά της μαμάς μου να απορήσει...
Τα πρώτα δέκα, έφεραν τα επόμενα δέκα κι εκείνα τα επόμενα. Και κάθε καλοκαίρι που μαζεύαμε με τη μαμά μου τα σχολικά βιβλία της χρονιάς που έφυγε, γεμίζαμε τα ράφια με καινούργια λογοτεχνικά που όπως έλεγε εκείνη, τα καταβρόχθιζα πολύ πολύ σύντομα. Όχι ότι εκείνη πήγαινε πίσω. Αφού από όσο τη θυμάμαι, διάβαζε και διαβάζει μέχρι και τώρα οτιδήποτε πέσει στα χέρια της, πόσο μάλλον λογοτεχνία που κι εκείνη αγαπά πολύ!
Με αυτό τον τρόπο λοιπόν, μυήθηκα στη λογοτεχνία. Γνώρισα κόσμους, ιστορίες και ήρωες μέσα από τις σελίδες άπειρων βιβλίων. Άλλα τα αγάπησα, άλλα τα μίσησα, άλλα τα βαρέθηκα και άλλα τα θυμάμαι ακόμα και σήμερα. 
Ακόμα και την ποίηση, που είναι το λιγότερο διαβασμένο κομμάτι της λογοτεχνίας, το διάβασα κι αυτό. Ειδικά την κλασική ποίηση την λάτρεψα. Με αγαπημένο το γνωστό σε όλους μας ποίημα "Ιθάκη" του Καβάφη, που διάβασα απόσπασμά του σε ένα σχολικό βιβλίο κι έπειτα το αναζήτησα για να το διαβάσω ολόκληρο και μαγεύτηκα. 
Αισθάνομαι πως είναι πραγματικά μαγικός ο κόσμος της λογοτεχνίας. Αν δεν είναι μαγεία, το γεγονός ότι μπορείς να ταξιδέψεις παντού μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου, τότε τι είναι μαγεία; Αν δεν είναι μαγεία οι γνώσεις που μπορείς να πάρεις από κάποια είδη της λογοτεχνίας, τότε τι είναι μαγεία; Αν δεν είναι μαγεία, η πληθώρα των συναισθημάτων που μπορείς να αισθανθείς, μέσα από τις λέξεις μιας ιστορίας, τότε τι είναι μαγεία;
Γι' αυτό αγάπησα τη λογοτεχνία φίλοι μου. Γιατί για εμένα το κάθε βιβλίο μπορεί να σου χαρίσει ένα ταξίδι γνώσεων, φαντασίας, εμπειρίας και συναισθημάτων, το οποίο δεν θα μπορούσες να το ζήσεις αλλιώς. 
Μακάρι να υπήρχαν οι κατάλληλες λέξεις να περιγράψω αυτό που νιώθω κάθε φορά που κρατώ στα χέρια μου ένα καινούργιο βιβλίο, όμως νομίζω ότι δεν υπάρχουν. Και ίσως γι' αυτό, νιώθω απέραντη συγκίνηση, όταν ακούω από τους αναγνώστες μου, ότι κατάφερα να τους ταξιδέψω στους κόσμους των δικών μου βιβλίων, όντας κι εγώ τώρα πια ένας πολύ πολύ μικρός λίθος της λογοτεχνίας. Δεν ξέρω αν ποτέ καταφέρω να κερδίζω τον τίτλο του συγγραφέα και αν αφήσω σημαντικό έργο πίσω μου, όμως θεωρώ μεγάλη μου τιμή, που υπάρχουν αναγνώστες που ταξιδεύουν μέσα από τις δικές μου σελίδες, διότι χωρίς αναγνώστες δεν υπάρχει λογοτεχνία!!!     

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

Σπάρτη… η πόλη των ηρώων και της ιστορίας!!!


Γράφει η Δήμητρα Τράκα

Καινούργια εβδομάδα φίλοι μου και καινούργιος προορισμός στις σελίδες της εφημερίδας μας NOW24.GR.
Ταξιδεύουμε για τη Σπάρτη, την πόλη των ηρώων και της ιστορίας!!!
Πατήστε λοιπόν, τον παρακάτω σύνδεσμο και ξεκινήστε το ταξίδι...
Α! Παραλίγο να το ξεχάσω! Όταν βρεθείτε στα χωριά της Σπάρτης, μην αρνηθείτε το κέρασμα των γυναικών που περιμένουν να τρατάρουν τον επισκέπτη μ’ ένα βάζο γλυκό του κουταλιού και δροσερό νερό, πάνω στον ασημένιο δίσκο στολισμένο με λευκά πλεκτά σεμεδάκια. 
Τέτοια γλύκα συνοδευμένη από το χαμόγελο καλωσορίσματος δεν θα ξαναζήσετε, πιστέψτε με!!!


Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Ταξιδεύω... για εμένα!!!

Γράφει η Δήμητρα Τράκα


Γεννήθηκα λέει πριν από τριάντα και βάλε χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Αλήθεια; Ψέμματα; Τι να σας πω, εγώ δεν θυμάμαι τίποτα. Έτσι μου είπαν, έτσι σας λέω!
Αυτό που θυμάμαι όμως αρκετά καλά, είναι εμένα μέσα σε ένα αυτοκίνητο σχεδόν κάθε μέρα. Κάθε μέρα άλλαζα γειτονιές, γιατί τα σαββατοκύριακα το δρομολόγιο άλλαζε κι έβγαινε εκτός πόλης. Κι αυτοκίνητα άλλαζα. Πότε ήταν κόκκινο, πότε κόκκινο με μαύρο και πότε άσπρο. Όλα όμως, είχαν δύο χαρακτηριστικά. Έκαναν πολύ θόρυβο. Αργότερα, σαν μεγάλωσα, μου είπαν ότι ήταν αγωνιστικά, γι' αυτό βούιζαν τόσο πολύ και ειδικά όταν μπαίναμε στις στροφές του δάσους λίγο έξω από το χωριό. Και δεύτερον, άλλαζα οδηγούς. Πότε οδηγούσε ο μπαμπάς και πότε ο παππούς. Το πρόσωπο άλλαζε ανάλογα με την εποχή του χρόνου, αλλά και με τις βάρδιες της δουλειάς του μπαμπά μου. 
Ώσπου μια μέρα, στον κεντρικό καθρέφτη του αυτοκινήτου κοίταξα στη θέση του οδηγού εμένα. Μετά βίας έφτανα στα πεντάλ κι ας είχα το κάθισμα τραβηγμένο τέρμα μπροστά. Αφού ήμουν μόλις δεκάξι χρονών. Ήταν τότε που έπαιρνα κρυφά το αμάξι, για να πάω μια βόλτα να εξερευνήσω τη φύση γύρω από το χωριό των γονιών μου. Αλλά και λίγο αργότερα, όταν έβγαινα για καφέ με φίλους κάπως πιο μακριά από τα γνωστά όρια της γειτονιάς μου στην πόλη. Όμως πάντα, μα πάντα φρόντιζα να επιστρέψω το αμάξι στη θέση του άθικτο, πριν γυρίσει σπίτι ο μπαμπάς από τη δουλειά. Ήμουν προσεκτικό παιδί, δεν μπορείτε να πείτε!
Περνώντας τα χρόνια, έγινα πιο νομοταγής πολίτης, έβγαλα και δίπλωμα. Κι από τότε, το μόνο που με ενδιέφερε είναι να είναι γεμάτο το ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου. Έτσι οικονόμησα και το δεύτερό μου όνομα, "νταλικέρης". Τι να κάνω; Το αγαπάω το αυτοκίνητο. Αρκεί να σας πω, ότι μετά από ένα σοβαρό τροχαίο που είχα κάποτε κι έκανα ένα αμάξι παλιοσίδερα, μέσα σε είκοσι μέρες ξανάπιασα τιμόνι και μάλιστα οδηγούσα με ένα χέρι τότε γιατί πονούσε φριχτά το άλλο. Ποτέ φυσικά δεν παραδέχτηκα τους πόνους μου, από φόβο μήπως μου το απαγορέψουν!
Μετά από όλα όσα προανέφερα, νομίζω πως τώρα πια θα καταλάβετε καλύτερα όσα θα ακολουθήσουν. 
Το δίπλωμα οδήγησης ήταν μόνο η αρχή. Πολύ γρήγορα, αντιλήφθηκα ότι μου προσφέρει μεν ελευθερία, όχι όμως τόση όση θέλω εγώ δε. Γιατί άντε, όπου υπάρχει δρόμος, πας με αμάξι. Στη θάλασσα τι γίνεται;. Πως θα εξερευνούσα οτιδήποτε βρέχεται γύρω-γύρω από νερό. Ναι, ναι, αυτό που λέμε νησί εννοώ! Και κάπως έτσι άρχισα να ταξιδεύω. Δεν άφηνα και δεν αφήνω φυσικά, ευκαιρία να πάει χαμένη...
Η ανακάλυψη καινούργιων εικόνων και η γνωριμία με καινούργιους ανθρώπους ήταν κάτι που πάντα με συναρπάζει. Η φυγή έξω από τα γνωστά όρια και η εξερεύνηση έξω από γνώριμα μονοπάτια είναι αυτό που θα αναζητώ για όλη μου τη ζωή. 
Κατά την πρώτη νιότη μου, το ταξίδι ήταν αποκλειστικά και μόνο για διακοπές και για διασκέδαση. Έπειτα, έβαλα πείσμα να μην ταξιδεύω έτσι απλά ως τουρίστας μόνο κάθε καλοκαίρι, αλλά να ξέρω πού πηγαίνω και γιατί, όλο το χρόνο. Τότε, αποφάσισα να το δω πιο αναλυτικά το θέμα και πήγα και το σπούδασα. Ναι, το σπούδασα από επιλογή, γιατί το αγαπούσα. 
Οι γνώση είναι δύναμη, λέγαν οι παλιοί και είχαν απόλυτο δίκιο. Σπούδαζα και ταξίδευα ταυτόχρονα. Και μάθαινα. Μάθαινα όσα δεν είχα αντιληφθεί ως τότε ότι μπορώ να απολαύσω κάνοντας ένα ταξίδι. Αργότερα επέλεξα να εργάζομαι ταξιδεύοντας. Εκεί να δεις εμπειρίες! 
Ανακάλυψα κόσμους και ανθρώπους που δεν είχα φανταστεί. Έγινα κομμάτι των κοινωνιών τους και ενσωματώθηκα σε καθημερινότητες που ούτε στα όνειρά μου θα συνέβαινε. Ανακάλυψα κουλτούρες, ήθη και έθιμα, νοοτροπίες και συνήθειες που δεν άλλαξαν μέχρι και σήμερα. Ο ουρανίσκος μου δέχτηκε γεύσεις άγνωστες και τα μάτια μου είδαν εικόνες που μόνο στην τηλεόραση και στα βιβλία είχαν δει. 
Αυτό όμως που με συνάρπασε περισσότερο από όλα, ήταν η ποικιλία συναισθημάτων που ένιωσα. Περπάτησα σε μέρη που οι πόρτες των σπιτιών άνοιγαν διάπλατα, τα χαμόγελα στόλιζαν τα πρόσωπα και ο ασημένιος δίσκος είχε πάντα σπιτικό γλυκό του κουταλιού και δροσερό νερό, ώσπου να ξαποστάσει για λίγο ο επισκέπτης. Τραπέζια φορτωμένα με ντόπια σπιτικά εδέσματα και διαφόρων ειδών κρασιά, αλλά και οτιδήποτε παραδοσιακό φτιαγμένο με μεράκι απλώθηκε στα πόδια μου, πολλές φορές. 
Δεν ήταν λίγες οι φορές βέβαια, που τα πράγματα δεν ήταν πάντα όπως θα ήθελα. Πρόσωπα ψυχρά κι ανέκφραστα, αρνήθηκαν να δώσουν οποιαδήποτε πληροφορία, έστω και για κάποια κατεύθυνση που αναζητούσα. Το άγνωστο δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτο! Όμως δεν πτοήθηκα. Αυτές οι περιπτώσεις ήταν λίγες έως σπάνιες και πάντα θεωρώ δικαιολογημένες. Όλες οι κοινωνίες δεν είναι ανοιχτές και έχουν τους δικούς τους λόγους να είναι οι άνθρωποι επιφυλακτικοί. 
Το μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπων όμως, ήταν και είναι φιλόξενοι και καταδεκτικοί. Κι αυτό που πρόσεξα, ήταν ότι τη πιο ζεστή φιλοξενία τη δέχτηκα σε μικρές κι απομονωμένες κοινωνίες. Εκεί όπου ο ξένος έρχεται σπάνια και χτυπά την πόρτα, όμως η ζεστασιά του σπιτικού χωράει πολλούς. Εκεί όπου το υστέρημα γίνεται αμέσως πλεόνασμα για να χορτάσει ο επισκέπτης και να αισθανθεί άνετα και οικεία. 
Όσο λοιπόν περπάτησα στη χώρα μας, όσα βουνά κι αν ανέβηκα κι όσες θάλασσες κι αν ταξίδεψα, γιατί τόση ώρα σας μιλώ για τη δική μας χώρα, την Ελλάδα, παντού βρήκα ένα χαμόγελο κι ένα ζεστό καλωσόρισμα. 
Ξύπνησα την ίδια ώρα με τους ανθρώπους που ξεκινούσαν τη μέρα τους κι έγινα κομμάτι ενός εικοσιτετραώρου εντελώς διαφορετικού από το δικό μου. Αφουγκράστηκα τους ήχους της ημέρας και γνώρισα τις δυσκολίες αλλά και τις χαρές των απλών ανθρώπων, εκείνων που γυρνούν το βράδυ στο σπίτι τους από τον κάματο της εργασίας και λένε δόξα τον Πανάγαθο που έχουμε και σήμερα ένα καρβέλι στο τραπέζι. 
Έπαιξα με τα παιδιά στις αλάνες και άκουσα τα όνειρα που έχουν για το μέλλον και πώς παλεύουν να τα κατακτήσουν. Γιατί η Ελλάδα μας δεν είναι μόνο οι ομορφιές της. Είναι οι άνθρωποι που αγωνίζονται να την κρατήσουν ζωντανή κάθε μέρα. Που της δίνουν ανάσα, από τη δική τους ανάσα καθώς διαβαίνουν στο πέρασμα του χρόνου κι αφήνουν το δικό τους αποτύπωμα στην ιστορία. 
Άκουσα και ιστορίες παλιές, από τους γεροντότερους στα μικρά καφενεδάκια των χωριών και ήπια βαρύ γλυκό ελληνικό καφέ σε τοσοδούλικο πορσελάνινο φλιτζάνι. Στάθηκα στην άκρη του λιμανιού κι αποχαιρέτισα καΐκια που φεύγαν για την ψαριά της ημέρας. Βάδισα σε στενά σοκάκια κι ευφράνθηκε το είναι μου από τις ευωδιές του κάθε τόπου, Πυροτεχνήματα δέχτηκε ο ουρανίσκος μου από την ποικιλία των γεύσεων που δοκίμασα και ξεδίψασα από κρυστάλλινα παγωμένα νερά που διανύουν φασαριόζικα ήσυχες γωνιές της φύσης. 
Συνάντησα οικογένειες σφιχτά δεμένες σαν γροθιά, που αντιστέκονται στη χαλαρότητα των ηθών, οικογένειες πάλι που παλεύουν με έναν ή κανέναν γονιό να κρατηθούν όρθιες, αλλά κι εκείνες που δεν άντεξαν και σκόρπισαν. 
Σκαρφάλωσα με κόπο, ως παιδί της πόλης, σε βουνά και χάθηκα στο πράσινο που σαν πάπλωμα σκεπάζει αχανείς εκτάσεις, αλλά πλατσούρισα και στις όχθες στα ποτάμια ή κάτω από πέτρινα γεφύρια. Προσκύνησα σ' εξωκλήσια και προσευχήθηκα για υγεία κι ευτυχία και θαύμασα αρχαίους ναούς, δημιουργήματα ανθρώπων που χάθηκαν στα βάθη των αιώνων.  
Συνάντησα ανθρώπους που κουβαλούν τις δικές τους πληγές, αμαρτίες, χαρές, ευτυχίες, πάθη, επιθυμίες, όνειρα κι απωθημένα. Ανθρώπους που η ζωή τους τα έφερε όλα ευνοϊκά, αλλά κι εκείνους που παλεύουν νυχθημερόν να τ' αποκτήσουν. 
Συνάντησα παραδόσεις χρόνων, που κρατιούνται ακόμη ζωντανές, άλλοτε στολισμένες από λαϊκές δοξασίες και άλλες βασισμένες στη θρησκεία και την πίστη των ανθρώπων. Μια πίστη που αρνούνται να εγκαταλείψουν γιατί είναι το μόνο που τους κρατά ζωντανούς και δεν έχουν κι άδικο εδώ που τα λέμε. 
Συνάντησα απομεινάρια πολιτισμών που στέκουν αγέρωχα στο χρόνο για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Συνάντησα εξέλιξη κι ανάπτυξη, σε κοινωνίες που επιθυμούν το κάτι καλύτερο για τα παιδιά τους. Συνάντησα όμως και στασιμότητα και αυτάρκεια σε όσα έχουν, αφού ικανοποιούν κάθε τους ανάγκη. 
Συνάντησα χαμόγελα και δάκρυα. Ευτυχία και πόνο. Γλύκα και πίκρα. Ανθρώπους κι ανθρώπους. Τόπους και τόπους. Ελλάδα κι Ελλάδα. 
Κι όλα αυτά τα έκανα και τα κάνω για εμένα. Ναι, ταξιδεύω για εμένα. Ταξιδεύω στο άγνωστο που θέλω να κάνω γνωστό. Ταξιδεύω σε μια χώρα, στη χώρα μου, που όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα υπάρχει πάντα μια γωνιά της που θα μένει ανεξερεύνητη και θα περιμένει εμάς να την ανακαλύψουμε. 
Όμως ποτέ δεν ταξιδεύω μόνη μου... Γιατί κανένα ταξίδι δεν είναι πιο όμορφο, αν δεν το μοιραστείς με εκείνους που αγαπάς!!!

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

"Μ' αρέσει να τρέχω για ό,τι θέλω εγώ... αφού μπορώ!"

Γράφει η Δήμητρα Τράκα



Κάπου διάβασα τελευταία τα εξής λόγια:
"Μ' αρέσει να τρέχω... συνέχεια.
Για την οικογένειά μου, για τους στόχους μου, για τα θέλω μου, για να επανορθώσω λάθη, για να βοηθήσω τους άλλους...
Ποτέ... μα ποτέ όμως... δεν θα αφιερώσω ούτε ένα λεπτό για άνθρωπο αχάριστο και μίζερο."
Τότε θυμήθηκα τους παππούδες μου που έλεγαν πάντα, ότι πρέπει να τρέχω και να κυνηγάω τη ζωή όσο μπορώ, αλλά μόνο για ό,τι αξίζει.
Κάθισα και αναλογίστηκα, πόσο έχω τρέξει στη ζωή μου. Στη σύντομη φυσικά ζωή μου. Γιατί αν μιλάω εγώ για πείρα ζωής στα τριάντα έξι μου, τι να πουν και οι μεγαλύτεροι;
Τελικά από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα έτρεχα πλάκα-πλάκα. Από τότε στο σχολείο, έπειτα στις σπουδές, αργότερα στη δουλειά και ταυτόχρονα φυσικά για κάθε υποχρέωση της ζωής μου.
Τώρα πια, όταν με ρωτάει κανείς τι κάνω, εκτός από το "Δόξα τω Θεώ, είμαι καλά", προσθέτω συνήθως ένα "Να είμαστε γεροί να τρέχουμε!" Δεν το σκέφτηκα ποτέ, πάντα το λέω αυθόρμητα. Ίσως γιατί το κάνω έτσι κι αλλιώς πράξη; Ίσως γιατί είναι ένα βίωμα που το απέκτησα από τους γονείς μου και το εφαρμόζω κι εγώ; Ίσως γιατί και ο σύντροφος της ζωής μου κάνει ακριβώς το ίδιο αγόγγυστα και μου φαίνεται τελείως φυσιολογικό πλέον; Δεν ξέρω αν έχει σημασία ο λόγος τελικά που το κάνω πράξη, αφού είναι για εμένα η καθημερινότητά μου, όπως και εκατομμυρίων ανθρώπων σε τούτη τη γη πιστεύω.
Τα τελευταία χρόνια όμως, έκανα μια πολύ απλή διαπίστωση. Τρέχω, ναι τρέχω. Άλλες φορές αδιαμαρτύρητα, άλλες γκρινιάζοντας και άλλες ασυναίσθητα, απλώς και μόνο επειδή πρέπει. Εντάξει, άνθρωπος είμαι όχι σούπερ ήρωας. Γκρινιάζω κι εγώ που και που. Μπορεί να γκρινιάζω περισσότερο για άλλα θέματα (όπως θα έλεγε και ο λατρεμένος μου σύζυγος που καμιά φορά το χαϊδευτικό "χαρά μου" γίνεται αυτόματα "υποχόνδρια μου"), αλλά για το τρέξιμο πολύ λιγότερο.
Και ξέρετε γιατί τα τελευταία χρόνια διαμαρτύρομαι όλο και λιγότερο για το τρέξιμο; Επειδή τρέχω μόνο για ό,τι θέλω εγώ! Έμαθα με τον καιρό να αποστασιοποιούμαι από οτιδήποτε αχάριστο και μίζερο. Και πιστέψτε με, ειλικρινά έφυγε ένα μεγάλο βάρος από επάνω μου. Μπορεί το τέλος της ημέρας μου να έρθει τυλιγμένο με σωματική ή πνευματική κούραση, αλλά συνήθως φεύγει μέσα στην αγκαλιά του Μορφέα κάθε βράδυ.
Αναμφισβήτητα, κανένα πρόβλημα στη ζωή μας δεν λύνεται από μόνο του και πολλές νύχτες κατασκηνώνει στο υποσυνείδητο και ταράζει τον ύπνο μας, όμως το επόμενο ή το μεθεπόμενο ξημέρωμα, άντε ίσως και μετά από λίγο καιρό, θα βρει τη λύση του. Τώρα θα μου πείτε, καλά ένα μόνο πρόβλημα έχει κανείς στη ζωή του; Κι εγώ θα σας απαντήσω πως φυσικά και όχι. Αλλά αν επιτρέψουμε σε κάθε πρόβλημα να έχει μεγάλη διάρκεια και να φωλιάζει στο μυαλό μας κάθε βράδυ, τότε καλύτερα να το πάρουμε απόφαση ότι δεν θα κοιμηθούμε ποτέ ξανά,
Αυτό που πρέπει να σκεφτόμαστε όμως, είναι ότι το πέρασμα από τούτη τη ζωή είναι πολύ σύντομο κι ας υπολογίζουμε το χρόνο με έτη και όχι με στιγμές.
Αυτό είναι το λάθος μας! Η ζωή μας είναι γεμάτη στιγμές. Αν με ρωτήσετε, εγώ τις προτιμώ γεμάτες ένταση. Δεν μου αρέσει καθόλου η ησυχία. Όμως τη φασαρία προτιμώ να την κάνω μόνη μου και όχι να μου τη δημιουργούν οι άλλοι. Γι' αυτό αχάριστοι και μίζεροι, "ξου" από εδώ! Έχω ήδη αρκετά όπως όλοι μας στο κεφάλι μου και δεν θέλω επιπλέον.
Τον δικό μου ύπνο ταράζουν έτσι κι αλλιώς, θέματα οικονομικά, οικογενειακά, επαγγελματικά και προσωπικά. Δεν είμαι διατεθειμένη να φορτωθώ κι εκείνα τα ανύπαρκτα των μίζερων. Που πάντα κλαίγονται πως δεν έχουν, πως δεν μπορούν και πως δεν είναι ευχαριστημένοι από τη ζωή τους.
Στην πραγματικότητα όμως, το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των μίζερων, όχι μόνο έχουν, όχι μόνο μπορούν, αλλά η ζωή τους τα χάρισε απλόχερα. Κι αυτοί με τη μιζέρια τους δεν ξέρουν να τα εκτιμούν! Γιατί έτσι έμαθαν. Να κλαίγονται, να παραπονιούνται μια ζωή και να αγανακτούν ζηλεύοντας για κάτι που μπορεί να έχει περισσότερο ο διπλανός τους κι ας το έχουν κι εκείνοι περισσότερο.
Λυπάμαι πολύ αλλά αυτό δεν το δέχομαι! Κάποτε που παρά λίγο να χάσω τη ζωή μου σε ένα τροχαίο, αυτό που θυμάμαι μέχρι ν' ανοίξω τα μάτια μου, είναι ότι είχα εικόνες αγαπημένων μου προσώπων εμπρός μου. Όταν βρέθηκα στο νοσοκομείο, αυτά τα ίδια πρόσωπα ήταν εκεί. Αξίζει λοιπόν να σκέφτομαι αν ο διπλανός μου έχει κάτι παραπάνω και να κλαίγομαι συνέχεια; Ή μήπως αυτό που αξίζει είναι να βλέπω αυτά τα πρόσωπα που ακτινοβολούν αγάπη; Μήπως αξίζει περισσότερο ένα καινούργιο αυτοκίνητο, στη θέση αυτού που κατέστρεψα τότε στο ατύχημα, από ότι μια αγκαλιά από εκείνους που με αγαπούν; Το αυτοκίνητο αντικαταστάθηκε αμέσως και κάποια στιγμή μετά από χρόνια όταν πια θα πάψει να δουλεύει, θα αντικατασταθεί κι αυτό. Οι αγκαλιές τους όμως; Γιατί κάποιες από τις αγκαλιές εκείνες χάθηκαν και τώρα δεν μπορώ να τις αντικαταστήσω πια. Αυτό που μπορώ όμως και θα το κάνω αδιαμαρτύρητα, είναι να τρέχω και να είμαι παρόν για να προσφέρω τη δική μου αγκαλιά σε εκείνους που έμειναν.
Πριν από χρόνια, κάποιος μου έκανε παράπονα ότι χάθηκα από τη ζωή του και μάλιστα όταν βρεθήκαμε κάποια στιγμή και συζητούσαμε, άρχισε να παραπονιέται ότι τρέχω για όλους και για εκείνον δεν έχω ποτέ χρόνο. Τότε του απάντησα πως λυπάμαι, αλλά δεν έχω χρόνο για τη μιζέρια. Με κοίταξε ξαφνισμένος και με ρώτησε τι εννοούσα. Του είπα ότι πολύ ευχαρίστως θα τον ξαναβάλω στη ζωή μου, όταν θα έχουμε πραγματικά να μοιραστούμε πράγματα. Πριν όμως αποφασίσει να με πάρει τηλέφωνο, του πρότεινα να κάνει μια βόλτα έξω από ένα νοσοκομείο ή από ένα ορφανοτροφείο ή από ένα γηροκομείο. Η επιλογή ήταν δική του. Όταν με ρώτησε τι εννοούσα πάλι, του εξήγησα ότι εκεί μέσα κρύβεται η πραγματική δυστυχία. Και ότι αφού εκείνος ήταν εκεί εμπρός μου υγιής και με σώας τας φρένας, τότε δεν έχει κανένα λόγο να μιζεριάζει. Φυσικά από τότε δεν τον ξαναείδα ποτέ. Μάλλον θεώρησε ότι τον κορόιδεψα αλλά δεν με απασχολεί καθόλου πια!
Και αυτό είναι που δεν μπορώ να καταλάβω στους ανθρώπους. Υπάρχει μήπως κανείς στις μέρες μας που δεν έχει προβλήματα; Υπάρχει κανείς που τα έσοδά του είναι περισσότερα από τα έξοδά του; Υπάρχει κανείς που έχει την ιδανική σχέση με τους συνανθρώπους του; Υπάρχει κανείς που κοιμάται κάθε βράδυ ήρεμος και δεν έχει ξενυχτίσει ποτέ από στεναχώριες; Μην κουράζεστε. Θα σας πω αμέσως. Κανείς! Όλους μας, κάτι μας απασχολεί. Όλοι για κάποιο λόγο τρέχουμε τις περισσότερες ώρες της ημέρας, να προλάβουμε υποχρεώσεις και προβλήματα. Όλων τα πορτοφόλια στο τέλος του μήνα είναι άδεια και ποτέ δεν φτάνουν τα χρήματα για εκείνα που θέλουμε.
Αυτή είναι η αληθινή ζωή μας όμως; Το ξέρετε ότι αν ζούσαμε σε άλλη χώρα στον κόσμο, αυτή τη στιγμή θα είχαμε διαλυθεί; Η αθάνατη ελληνική οικογένεια όμως, δεν το έχει επιτρέψει αυτό. Γι' αυτό τέρμα οι μιζέριες.
Τρέξτε κάθε μέρα για τους ανθρώπους που αγαπάτε, για τα όνειρά σας, για τις υποχρεώσεις σας, για τα προβλήματά σας και απομακρύνετε ό,τι σας τραβάει πίσω. Την αχαριστία και τη μιζέρια. Βαλλόμαστε από τόσα πολλά κάθε μέρα, ας μείνουμε μακριά τουλάχιστον από εκείνα που θα μας κρατήσουν στάσιμους και θα μας μολύνουν. Είναι άδικος κόπος να προσπαθήσεις να πείσεις τον μίζερο ή τον αχάριστο, ότι το μεγαλύτερο δώρο είναι η ζωή. Και είναι η άτιμη τόσο μικρή, αλλά τόσο μα τόσο όμορφη, που δεν αξίζει να την χαραμίσουμε...
Γι' αυτό λοιπόν κι εμένα μ' αρέσει να τρέχω για ό,τι θέλω εγώ... αφού μπορώ!!!